Ο Άντριεν βαν Οστάντε (Adriaen van Ostade, βάπτιση 10 Δεκεμβρίου 1610 · θαν. 27 Απριλίου 1685) ήταν μεγάλος Ολλανδός ζωγράφος και χαράκτης, του οποίου το έργο ανήκει χρονικά στην χρυσή εποχή της ολλανδικής ζωγραφικής. Φιλοτέχνησε κυρίως ρωπογραφίες*, με θέματα που αντλούσαν από την καθημερινότητα των χωρικών και των φτωχότερων κοινωνικών ομάδων. Το έργο του περιλαμβάνει ακόμα θρησκευτικούς πίνακες, προσωπογραφίες και τοπία. Μετά τον Ρέμπραντ ήταν ο σημαντικότερος χαράκτης της εποχής του.
Βίος
Ήταν ένα από τα συνολικά οκτώ παιδιά του Γιαν Χέντρικς φαν Έιντχοφεν και της Γιάνεκε Χέντρικσεν. Οι γονείς του είχαν μετακομίσει στην περιοχή του Χάαρλεμ από το Αϊντχόφεν. Ο αδελφός του, Ισαάκ βαν Οστάντε ήταν επίσης ζωγράφος. Σύμφωνα με την βιογραφία του Άρνολντ Χαουμπράκεν, η οποία ωστόσο θεωρείται γενικά αναξιόπιστη, ο Άντριεν βαν Οστάντε ήταν μαζί με τον Άντριεν Μπράουβερ μαθητής του Φρανς Χαλς. Το ύφος του επηρεάστηκε ωστόσο περισσότερο από τον Μπράουβερ και λιγότερο από τον δάσκαλό του[11]. Το αργότερο μέχρι το 1634 έγινε μέλος της Συντεχνίας του Αγίου Λουκά του Χάαρλεμ. Μαθητές του ήταν ο αδελφός του, Ισαάκ, ο Κορνέλις Μπέγκα, ο Κορνέλις Ντούσαρτ, ο Μίχιελ φαν Μούσχερ, ο Γιαν ντε Χροτ, ο Γιάκομπ Μάρκους φαν ντερ Βαλ και πιθανώς ο Γιαν Στέιν.
Το έργο του
Στις ρωπογραφίες του ο Άντριεν βαν Οστάντε αποτύπωσε τη ζωή των χωρικών. Στα πρώιμα έργα του κυριαρχούν οι καφέ τόνοι, ενώ οι πρωταγωνιστές των συνθέσεων εμφανίζονται συνήθως να μεθούν, να γλεντούν ή να διαπληκτίζονται, μέσα σε συνωστισμένες ταβέρνες και χαμόσπιτα. Στους πίνακες που φιλοτέχνησε μετά το 1650, παρατηρείται αλλαγή στο ύφος του, καθώς χρησιμοποιεί περισσότερα χρώματα δίνοντας ένα πιο ανάλαφρο και λιγότερο δραματικό χαρακτήρα, ενώ και οι πρωταγωνιστές των συνθέσεών του παρουσιάζονται επίσης περισσότερο κόσμιοι.
*Ρωπογραφία είναι η αναπαράσταση σκηνών της καθημερινότητας με ρεαλιστικό τρόπο.
Wikipedia.